Άρθρο στην Harm Reduction Journal
Από τον Κωνσταντίνο Φαρσαλινό και τον Γιώργο Λαγουμιντζή
Εισαγωγή: Μια πρόσφατη μελέτη εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με την τοξικότητα των υγρών των ηλεκτρονικών τσιγάρων, αναφέροντας την παρουσία 14 αρωματικών χημικών ουσιών με ταξινόμηση τοξικότητας. Ωστόσο, η σχετική ταξινόμηση τοξικότητας δεν υπολογίστηκε σύμφωνα με τις μετρούμενες συγκεντρώσεις. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι ο υπολογισμός της ταξινόμησης τοξικότητας για διάφορους κινδύνους για την υγεία για όλες τις αρωματικές χημικές ουσίες στις μέγιστες συγκεντρώσεις που αναφέρθηκαν.
Μέθοδοι: Η ανάλυση βασίστηκε στον κανονισμό περί Ταξινόμησης της Σήμανσης και Συσκευασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συγκέντρωση κάθε χημικής ουσίας αρωματικής ουσίας συγκρίθηκε με την ελάχιστη συγκέντρωση που απαιτείται για να ταξινομηθεί ως τοξική. Επιπλέον, εξετάστηκε η ταξινόμηση της τοξικότητας για ένα υποθετικό υγρό ηλεκτρονικού τσιγάρου που περιείχε όλα τα αρωματικά χημικά στις μέγιστες συγκεντρώσεις που αναφέρθηκαν.
Αποτελέσματα: Υπήρξε τουλάχιστον μία ταξινόμηση τοξικότητας για όλες τις αρωματικές χημικές ουσίες, με τις πλέον επικρατούσες ταξινομήσεις που σχετίζονται με την τοξικότητα του δέρματος, του στόματος, των ματιών και της αναπνευστικής οδού. Μία χημική ουσία (μεθυλοκυκλοπεντενολόνη) βρέθηκε σε μέγιστη συγκέντρωση 150,7% υψηλότερη από αυτή που θα έπρεπε για να ταξινομηθεί ως τοξική. Κατά τα άλλα, οι μέγιστες αναφερόμενες συγκεντρώσεις ήταν 71,6 έως> 99,9% χαμηλότερες από τις συγκεντρώσεις τοξικότητας. Ένα υγρό που περιέχει όλα τα αρωματικά συστατικά στις μέγιστες συγκεντρώσεις θα ταξινομούταν ως τοξικό μόνο για μία κατηγορία λόγω της παρουσίας μεθυλοκυκλοπεντενολονών. Ένα υγρό χωρίς μεθυλοκυκλοπεντενολόνη θα έχει 66,7 έως> 99,9% χαμηλότερες συγκεντρώσεις αρωμάτων από εκείνες που πρέπει να ταξινομηθούν ως τοξικές.
Συμπεράσματα: Η συντριπτική πλειονότητα των αρωματικών ενώσεων σε υγρά ηλεκτρονικών τσιγάρων, όπως αναφέρθηκε σε πρόσφατη μελέτη, παρουσίασαν επίπεδα πολύ χαμηλότερα από αυτά που απαιτούνται για να ταξινομηθούν ως τοξικά. Εφόσον υπάρχουν και εξαιρέσεις, δικαιολογείται η παρακολούθηση για ρυθμιστικούς κανονισμούς της υγρής σύνθεσης.